Με την ακρίβεια σε βασικά προϊόντα και υπηρεσίες πρώτης ανάγκης να διατηρείται, παρά το γεγονός ότι και η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε περίοδο χαμηλού πληθωρισμού, «εορτάζεται» αύριο η Παγκόσμια Ημέρα Καταναλωτή. Τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας Ελλάδος, (ΕΣΥΕ) και όχι κάποιες ανώνυμες, αόριστες ή μη αξιόπιστες τιμοληψίες, φανερώνουν την οδυνηρή πραγματικότητα, η οποία είναι ακόμη πιο οδυνηρή για τις ασθενέστερες εισοδηματικά ομάδες, αφού, κατά κοινή ομολογία, ο λεγόμενος «πληθωρισμός των φτωχών» κινείται σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα.
Σύγκριση
Από τη σύγκριση των αναλυτικών στοιχείων της ΕΣΥΕ για τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή προκύπτει ότι στο διάστημα Φεβρουαρίου 2008-Φεβρουαρίου 2009 έχουν γίνει πολλές και σημαντικές ανατιμήσεις. Ειδικότερα, από τα 58 προϊόντα της Ομάδας «Διατροφή και Μη Αλκοολούχα Ποτά», τα 51 έχουν ανατιμηθεί σε σχέση με ένα χρόνο πριν και μάλιστα οι ανατιμήσεις ως ποσοστό είναι πολλαπλάσιες της αύξησης που σημείωσε ο γενικός δείκτης (1,6%) μέσα στο ίδιο διάστημα. Ενδεικτικά, το ρύζι έχει ανατιμηθεί κατά 13,44%, τα ζυμαρικά κατά 8,54%, το αλεύρι κατά 6,51%, τα νωπά ψάρια κατά 6,70%, το διατηρημένο γάλα κατά 3,78%, το τυρί φέτα κατά 4,95%, το σπορέλαιο κατά 7,01%, τα όσπρια κατά 7,04%, το μοσχαρίσιο κρέας κατά 3,62%, το αρνίσιο και κατσικίσιο κρέας κατά 3,59%, το χοιρινό κρέας κατά 3,57%, οι χυμοί φρούτων κατά 3,79%, τα αυγά κατά 3,20%. Υψηλές αυξήσεις παρατηρούνται και στις τιμές των νωπών φρούτων και λαχανικών, 9,65% και 8,42%, παρά το γεγονός ότι δεν σημειώθηκε πρόσφατα κάποια εκτεταμένη φυσική καταστροφή που θα προκαλούσε ελλείψεις και συνεπώς, άνοδο των τιμών.
Οι ανατιμήσεις σε τυποποιημένα και μη είδη προκαλούν έκπληξη και για δύο ακόμη λόγους: πρώτον, οι τιμές σε σειρά πρώτων υλών (δημητριακά, ζωοτροφές, καύσιμα) έχουν μειωθεί σημαντικά σε σχέση με πέρυσι και λογικά, θα ανέμενε κάποιος αποκλιμάκωση των τιμών και στα τελικά προϊόντα, με δεδομένο άλλωστε ότι οι υπόλοιποι συντελεστές του κόστους παραγωγής δεν έχουν μεταβληθεί ή έχουν μεταβληθεί ελάχιστα.
Ακριβές οι υπηρεσίες
Εκτός, όμως, από τα τρόφιμα, πολύ υψηλές είναι οι ανατιμήσεις σε σειρά υπηρεσιών, παρεχόμενων από τον ιδιωτικό τομέα, αλλά και από το κράτος, γεγονός που συχνά αποκρύπτεται, αν και παίζουν καθοριστικό πλέον ρόλο, λόγω της αλλαγής του τρόπου ζωής στην ελληνική κοινωνία. Για παράδειγμα, οι αυξήσεις στα δίδακτρα ή στους τιμοκαταλόγους των ιδιωτικών θεραπευτηρίων, αλλά και των εστιατορίων, έχουν πια πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα για το εισόδημα απ' ό,τι στο παρελθόν. Στις ιατρικές υπηρεσίες, οι αυξήσεις σε σχέση με ένα χρόνο πριν είναι 3,47%, στις οδοντιατρικές υπηρεσίες 3,48%, στις παραϊατρικές υπηρεσίες 5,68%, στα νοσοκομεία 3,82%. Σημαντικές είναι οι αυξήσεις στα δίδακτρα των φροντιστηρίων και των ιδιωτικών σχολείων. Τα δίδακτρα στα ιδιωτικά σχολεία α΄ βαθμίδας έχουν αυξηθεί κατά 6,76%, στα σχολεία β΄ βαθμίδας κατά 5,99%, ενώ τα δίδακτρα των φροντιστηρίων έχουν αυξηθεί κατά 4,3%. Το υπουργείο Ανάπτυξης με την αγορανομική διάταξη 1/2009 αφοπλίστηκε από τη δυνατότητα που είχε να ασκεί έστω και στοιχειώδη έλεγχο στις ανατιμήσεις πολλών κλάδων υπηρεσιών -όπως των φροντιστηρίων και των διαγνωστικών κέντρων-, απαλλάσσοντάς τους από την υποχρέωση υποβολής τιμοκαταλόγων.
Σημαντική «αιμορραγία» στο εισόδημα έχουν επιφέρει, εξάλλου, οι μεγάλες αυξήσεις στα τιμολόγια δημοσίων υπηρεσιών. Ετσι, στην ύδρευση-αποχέτευση οι χρεώσεις σε σχέση με πέρυσι είναι ακριβότερες κατά 6,79%, στον ηλεκτρισμό κατά 6,54%, στις αστικές συγκοινωνίες κατά 28,67%, στις δημόσιες ταχυδρομικές υπηρεσίες κατά 4,79%. Υψηλές είναι οι αυξήσεις, εξάλλου, στα κόμιστρα των ταξί (5,71%), στα εισιτήρια των υπεραστικών λεωφορείων (5,58%), των αεροπλάνων (5,74%) και των πλοίων (6,50%).
Εμείς και οι άλλοι
Αν και στην Ελλάδα το γενικό επίπεδο τιμών είναι από τα χαμηλότερα μεταξύ των 15 παλαιών κρατών-μελών της Ε.Ε. (στις 89,4 μονάδες, σύμφωνα με τον ειδικό δείκτη που χρησιμοποιεί η Eurostat για τη σύγκριση τιμών, ενώ ο μέσος όρος στην Ε.Ε.-15 ήταν 104,7 μονάδες - πρόκειται για τα τελευταία στοιχεία που έχει δημοσιεύσει η Eurostat και αφορούν το 2007), υπάρχουν κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών που η Ελλάδα είναι ακριβότερη σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, λόγω κυρίως των πολλαπλών στρεβλώσεων των αγορών. Σύμφωνα με τη δεύτερη έρευνα τιμών καταναλωτή, που πραγματοποίησε η Eurostat για 66 αγαθά και υπηρεσίες στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στη Νορβηγία και την Ισλανδία, η Ελλάδα είναι η ακριβότερη χώρα στο ρύζι (2,46 ευρώ/κιλό), στο αλεύρι (1,31 ευρώ/κιλό), η δεύτερη ακριβότερη στο φρέσκο γάλα (1,31 ευρώ/λίτρο), από τις ακριβότερες στο ψωμί. «Αλμυρός», τέλος, είναι στην Ελλάδα ο σερβιριζόμενος καφές, στα 2,70 ευρώ/φλιτζάνι, μεταξύ των χωρών για τις οποίες διατίθενται στοιχεία.
Ελεγχοι
Η διατήρηση των υψηλών τιμών ή ακόμη και η περαιτέρω αύξηση σε προϊόντα και υπηρεσίες, ειδικά εν μέσω οικονομικής κρίσης, έχει θορυβήσει την κυβέρνηση.
Για τον λόγο αυτό ο υπουργός Ανάπτυξης κ. Κωστής Χατζηδάκης, μετά τη συμφωνία για «πάγωμα» τιμών που απέσπασε από την Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου και από τον Σύνδεσμο Επιχειρήσεων Λιανικής Πώλησης Ελλάδος (ΣΕΛΠΕ), θα επιδιώξει ανάλογες δεσμεύσεις το αμέσως επόμενο διάστημα από τους βιομηχάνους τροφίμων καθώς και από τους ιδιοκτήτες των αλυσίδων σούπερ μάρκετ.
Οι πιέσεις που ασκούν το τελευταίο διάστημα οι υπηρεσίες του ΥΠΑΝ τόσο για τον έλεγχο των ανατιμήσεων όσο και για τη διαφάνεια στις σχέσεις μεταξύ προμηθευτών και λιανεμπόρων έχουν ενοχλήσει μερίδα του επιχειρηματικού κόσμου που επισημαίνει ότι το κράτος δεν πρέπει να ενοχοποιεί τις επιχειρήσεις, διότι αυτές αποτελούν πηγή σημαντικών εσόδων για τα δημόσια ταμεία.
Στο ίδιο πνεύμα ήταν και η ανακοίνωση που εξέδωσε ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων (ΣΕΒΤ) με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Καταναλωτή. Στην ανακοίνωση τονίζεται: «Οι δύσκολες οικονομικές συνθήκες που επικρατούν σε παγκόσμιο επίπεδο επιβάλλουν τώρα περισσότερο από ποτέ ενιαία βούληση και κοινή προσπάθεια για την προστασία των καταναλωτών.
Η Ελληνική Βιομηχανία Τροφίμων θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει τις προκλήσεις της οικονομικής κρίσης με υπευθυνότητα και συνέπεια, έχοντας σαν κανόνα την εξυπηρέτηση του καταναλωτή και την επιβίωση των επιχειρήσεων».
Η σύγκρουση μεταξύ ΥΠΑΝ και επιχειρηματιών κλιμακώθηκε την περασμένη εβδομάδα μετά τις δημόσιες καταγγελίες του υφυπουργού Ανάπτυξης κ. Γιώργου Βλάχου περί εκβιαστικής τακτικής από επιχειρηματία, ενώ ο κ. Χατζηδάκης δήλωσε ότι το ΥΠΑΝ θα συνεχίσει να δημοσιοποιεί «μαύρες λίστες» επιχειρήσεων και ότι ο ίδιος δεν θα διστάσει να καλέσει τους καταναλωτές σε μποϊκοτάζ συγκεκριμένων προϊόντων κι επιχειρήσεων.
Πηγή : kathimerini.gr
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyepix_100017_14/03/2009_307556
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου